Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στην τοπική εφημερίδα: «Θεσπρωτών διαβούλευση» της πικρής, μικρής πατρίδας μου, της Θεσπρωτίας. Έχει σίγουρα ένα ευρύτερο ενδιαφέρον.
Τι χρώμα έχει η βουλευτική υποκρισία;
Του Παπαγιάννη Δονάτου
Καθηγητή στο Πάντειο πανεπιστήμιο
Τούτο το σημείωμα έχει και αιτία και αφορμή. Η αιτία: Η διαπίστωση είναι πλέον κοινότυπη. Η χώρα οδεύει κατά κρημνό και παρά ταύτα ένα γιγαντιαίο κύμα χυδαίου λαϊκισμού και υποκρισίας εκπέμπεται και διαχέεται παντού. Ενώ η χώρα χρειάζεται επειγόντως θεραπείες σοκ για να μπορέσει να ανακοπεί η πορεία προς το γκρεμό, η πολιτική τάξη, ακκίζεται, ομφαλοσκοπεί, προβαίνει σε αισχρούς τακτικισμούς. Οι πολίτες αντί να αναστοχαστούν και τις δικές τους πελώριες ευθύνες, αναζητούν άλλοθι στις ευθύνες των πολιτικών, λες και η πολιτική τάξη δεν είναι η προβολή σε σμίκρυνση της ίδιας της ελληνικής κοινωνίας. Λες και η πολιτική τάξη προήλθε από βία ή από παρθενογένεση και όχι από την ελεύθερη και αβίαστη επιλογή και ανοχή του ίδιου του λαού. Επίκαιρη όσο ποτέ η φράση της Γαλάτειας Καζαντζάκη: «Στα ασάλευτα νερά του βάλτου, που ως τότε καθρέφτιζαν τον ουρανό, ξάφνου έπεσε μια πέτρα και όλος ο βούρκος, ο κατακαθισμένος στο βυθό, ανέβηκε στην επιφάνεια»!
Ρωτιέμαι: Ενώπιον αυτού του βούρκου μπορούμε να παραμείνουμε αμίλητοι, μοιραίοι κι’ άβουλοι; Ένας φίλος με προκάλεσε: «η ευθύνη δεν βαρύνει πρωτίστως εσάς τους πανεπιστημιακούς, τους διανοούμενους του τόπου μας; Μιλήσατε ποτέ;» Αυτή η ανάληψη της ευθύνης επιβάλλει σε όλους μας πια να μιλήσουμε. Κανείς πια δεν νομιμοποιείται να σιωπά.
Αυτή είναι η αιτία για το παρόν σημείωμα.
Την αφορμή μου δίνει η άρνηση του βουλευτή μας κ. Κατσούρα να δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στη κυβέρνηση Παπαδήμου, και η συχνή πλέον επανεμφάνιση στα κοινά του τέως βουλευτή μας και τέως υφυπουργού κ. Αντώνη Μπέζα. Τα δύο αυτά γεγονότα πρέπει να σχολιαστούν στο μικρόκοσμο της θεσπρωτικής κοινωνίας, γιατί αποτελούν δύο δείγματα προφανούς πολιτικής υποκρισίας.
Η ψήφος εμπιστοσύνης στην εκτελεστική εξουσία είναι η ύψιστη ευθύνη για το βουλευτή σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία. Κατά συνέπεια η συγκεκριμένη επιλογή του βουλευτή μας δεν μπορεί να περάσει ασχολίαστη ή πολύ περισσότερο να καλυφθεί με δάφνινα στεφάνια ηρωικής άρνησης στα «μιντιακά δημιουργήματα».
Αν κανείς θέλει να μεμφθεί την κυβέρνηση Παπαδήμου μπορεί να εντοπίσει δύο μειονεκτήματα: το ένα είναι η συμμετοχή της άκρας δεξιάς, η οποία προφανώς και δεν χρειάζονταν (μπορώ όμως να φανταστώ από ποιον επιβλήθηκε), όπως επίσης και το πολυμελές της συγκρότησης. Οι αδυναμίες αυτές αναδεικνύουν ήδη τα πρώτα προβλήματα συνοχής της συγκεκριμένης κυβέρνησης. Για όλα τα άλλα όμως η συγκρότησή της ήταν όχι μόνο επιβεβλημένη αλλά εθνικά αναγκαία. Η σκληρότητα των μέτρων που απαιτούνται, το διακύβευμα της παραμονής μας στην ευρωζώνη, υπερβαίνει κατά πολύ μια μονοκομματική κυβέρνηση. Απαιτείται εθνική συστράτευση. Απαιτείται εθνική περίσκεψη και περισυλλογή. Απαιτείται να καταλαγιάσουν οι μικροκομματικές αντιπαραθέσεις, όρος sine qua non για να μπορέσουμε σαν λαός να αναστοχαστούμε και να σχεδιάσουμε το μέλλον αυτού του τόπου.
Το ότι το εγχείρημα Παπαδήμου ήταν επιτυχές, αποδεικνύεται από τα υψηλά ποσοστά δημοφιλίας που απολαμβάνει ο νέος πρωθυπουργός. Αυτήν την κυβέρνηση ο βουλευτής μας αρνήθηκε να υποστηρίξει. Θα μπορούσα να τον κατανοήσω, αν πέντε μέρες νωρίτερα δεν είχε δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Παπανδρέου. Πρέπει κατά συνέπεια να συγκρίνουμε τις δύο επιλογές για να μετρήσουμε την ενέργεια του βουλευτή μας.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου (ιδίως) στο αρχικό της σχήμα ήταν κυβέρνηση των πορφυρογέννητων και των κηπουρών! Άνθρωποι από το πουθενά, με μόνο προσόν την προσωπική σχέση με τον τότε πρωθυπουργό κλήθηκαν να διαχειριστούν τις τύχες του ελληνικού λαού στην κρισιμότερη ίσως στιγμή της νεότερης ιστορίας του. Η χώρα βούλιαζε και εκείνοι σχεδίαζαν πράσινα άλογα σε πράσινα τοπία. Πιο χαοτικό τρόπο διακυβέρνησης, αμφιβάλλω αν έχει να επιδείξει η ελληνική πολιτική ιστορία. Μια η ευθύνη συντονισμού ανατίθονταν στο Ραγκούση, μια στον Πάγκαλο και πάει λέγοντας, αλλά τελικά όλες τις αποφάσεις λάμβανε η … κα Ρεγκίνα Βάρτζελη, δηλ. ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Υποσχέθηκε αλλαγή του συνταγματικού κειμένου, για να αλλάξει η διάταξη περί ευθύνης των υπουργών, αλλά τελικά δεν έκανε απολύτως τίποτα. Περιέκοπτε οριζόντια (επί δικαίων και αδίκων, όποιον πάρει ο χάρος) μισθούς και συντάξεις, δεν περιέκοψε όμως ποτέ τις παχυλές κρατικές ενισχύσεις των κομμάτων. Συνέχισαν μάλιστα τα κόμματα με μια αισχρή μεθόδευση να δανειοδοτούνται από τις κατά τα άλλα … στεγνωμένες τράπεζες με εγγύηση την κρατική ενίσχυση που θα λάβουν το … 2020!! Άλλα συμφωνούσε με τους δανειστές μας και εταίρους μας, άλλα κρυφίως έπραττε στην Αθήνα. Όταν χιλιάδες οδηγούνται στην ανεργία, εκείνη η κυβέρνηση διατήρησε τους φρεσκοδιορισμένους (περίπου 450 τον αριθμό) από τον πρόεδρο της βουλής και παρ’ ολίγον πρωθυπουργό κ. Πετσάλνικο με …. δύο επιπλέον μισθούς!! Ενώ οι ελβετικές αρχές ήδη από το 2005 δηλώνουν έτοιμες να παράσχουν στοιχεία για την προέλευση των ελληνικών καταθέσεων, σήμερα το 2011 δεν έχει γίνει απολύτως τίποτε για τον εντοπισμό τους. Σας βεβαιώνω ότι το θέμα θα παραπεμφθεί και αυτό στις ελληνικές καλένδες.
Μπορώ να συνεχίσω ατελεύτητα. Δεν έχει νόημα. Είναι κοινά τοις πάσι. Αυτήν την κυβέρνηση στήριξε με την ψήφο του ο κ. Κατσούρας, αρνήθηκε όμως τη στήριξη στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Ο αναγνώστης ας βγάλει τα συμπεράσματά του και ας αξιολογήσει την ενέργεια του βουλευτή μας.
Υπάρχει όμως και ο τέως βουλευτής μας. Καθώς τα δημοσκοπικά ευρήματα ευνοούν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο τέως βουλευτής μας επανεμφανίζεται δραστήρια, διατυπώνοντας άποψη για κρίσιμα θέματα της ελληνικής πραγματικότητας.
Λυπάμαι αλλά δεν θα είμαι καθόλου επιεικής μαζί του. Και δεν θα είμαι επιεικής, γιατί η ευθύνη του στο σημερινό μας χάλι είναι τεράστια. Είναι πρωτίστως ευθύνη ηθικής ποιότητας και ως εκ τούτου πρέπει να καταδικαστεί χωρίς επιφυλάξεις. Χωρίς έλεος.
Από την εφημερίδα Real News (στην οποία πρόσφατα ο κ. Μπέζας παραδόξως αρθρογραφεί τακτικά) αντιγράφω: «… Μεταξύ αυτών, τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί η σύζυγος του πρώην υφυπουργού Οικονομίας Αντώνη Μπέζα, Αθηνά Καρβούνη. Μέσω … Βουλής έγινε υπάλληλος στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το 2010 αποσπάσθηκε στον Οργανισμό Λιμένος Ηγουμενίτσας, ο οποίος είναι ένας από τους 151 οργανισμούς που μπαίνουν σε εργασιακή εφεδρεία»!
Αυτή και μόνο η είδηση επιβάλλει στον κ. Μπέζα τη σιωπή. Οποιαδήποτε εμφάνιση του κ. Μπέζα στα δημόσια πράγματα αποτελεί πρόκληση για τη θεσπρωτική κοινωνία και όχι μόνο. Πλανάται ο κ. Μπέζας αν πιστεύει ότι η θεσπρωτική κοινωνία υπέστη λοβοτομή και δεν θυμάται. θυμάται. Θυμάται τούτη την επιεικώς κατάπτυστη ενέργεια του κ. Μπέζα: Αποχωρώντας από το υπουργείο Οικονομικών και εν μέσω προεκλογικού αγώνα επιχορήγησε από το υστέρημα του ελληνικού λαού (και ενώ η ελληνική οικονομία βυθίζονταν στην ύφεση) αμέτρητους συλλόγους και συλλογίσκους, σωματεία και σωματίδια (φοβάμαι και … «σταγονίδια») στη Θεσπρωτία (πάνω από 40), ανάμεσα στα οποία και το σωματείο (κρατηθείτε) φίλων του 28ου τάγματος στρατού στη Θεσπρωτία!!! (Πόσο θα ’θελα να γνωρίσω τα μέλη αυτού του σωματείου…).
Υπάρχει αλήθεια ανάγκη να τεκμηριώσουμε περαιτέρω; Υπάρχει ανάγκη να αναζητήσουμε τον ορισμό της διαπλοκής; Των πελατειακών σχέσεων; Του πολιτικού αμοραλισμού; Της φαυλότητας; Μήπως αντί του αρχικού ερωτήματος σε τούτο το σημείωμα «τι χρώμα έχει η βουλευτική υποκρισία», πρέπει να διερωτηθώ «τι χρώμα έχει η ντροπή;».
Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου